Αυτό το άρθρο απευθύνεται σε παίκτες στοιχήματος που έχουν μια σχετική «κάβα» χρημάτων και δεν παίζουν κατά βούληση ή μέχρι να τελειώσει το υπόλοιπό τους. Απευθύνεται σε αυτούς που έχουν μαζέψει ένα Χ πόσο και απο αυτό θέλουν να έχουν κέρδος.
Όλοι γνωρίζουμε την έκφραση διαχείριση κεφαλαίου (bankroll management) που είναι βασικό όπλο του παίκτη έναντι των μπουκς. Πιο απλά φανταστείτε ότι έχετε μια επιχείριση (ανοίγεται ένα μαγαζί) όπου πρέπει να διαθέσετε ένα κεφαλαίο για την εκκίνηση της αλλά πρέπει να έχετε χρηματικά διαθέσιμα για τα τρέχοντα έξοδα έτσι ώστε και πελάτης να μην μπει τον πρώτο καιρό, να μπορείτε να καλύψετε τις υποχρεώσεις σας. Όλα αυτά χρειάζονται διαχείριση.
Οι βασικοί όροι του στοιχήματος είναι ROI , yield, stake, που πάνω-κάτω γνωρίζουν οι περισσότεροι την σημασία τους. Ένας τιπστερ συνήθως τον επιλέγουμε από το yield που έχει. Aν έχει κέρδος ,ως yield ορίζεται ο ρυθμός μεταβολής του κέρδους ως προς το συνολικό ποντάρισμα ή πιο απλά πόσο γρήγορα έρχεται το κέρδος. Αυτό συμβολίζεται με πράσινο χρώμα και έχει το «+» μπροστά από τον αριθμό. Με yield από 6% και πάνω ο tipster είναι αποδεκτός αφού μακροχρόνια είναι δύσκολο να το διατηρήσεις σε τέτοιους ρυθμούς ενώ όταν ξεπερνάει το 10% είναι εξαιρετικός.
Έστω λοιπόν ότι ξεκινάμε με 1000ευρω κάβα. Ο τρόπος πονταρίσματος διαφέρει: μερικοί ακολουθούν κατά γράμμα τους τιπστερ δηλάδη ποντάρουν ανάλογα με το stake που δίνουν πχ 3/10, 5/10 , 7/10 χωρίζοντας έτσι μέρος της κάβας τους και ποντάροντας βάσει αυτών. Άλλοι ακολουθούν το σταθερό ποντάρισμα (flat stake) και έτσι ασχετώς το stake του τίπστερ αυτοί ποντάρουν σταθερό ποσό της κάβας τους. Οι περισσότεροι επενδυτές προτείνουν (γιαυτό έχει επικρατήσει) να ποντάρεται μέχρι το 5% της κάβας ώστε να υπάρχει σχετικός έλεγχος (balance) αυτής.
Αποδεκτές είναι και οι δύο τακτικές αλλά γεννιούνται μερικά ερωτήματα στην καθημερινή «τριβή»: Καταρχάς κατά πόσο αξίζει για έναν παίκτη να χρησιμοποιεί σταθερό ποντάρισμα σε κάποια επιλογή όταν ο τιπστερ το μεταβάλει ανάλογα την «εμπιστοσύνη» που της έχει. Με λίγα λόγια δεν γίνεται να ποντάρουμε το ίδιο πόσο σε στοίχημα που δίνεται 3/10 και σε στοίχημα που δίνεται 7/10. Όπως καταλαβαίνουμε δίνεται διαφορετική βαρύτητα στο μπετ και οφείλουμε να το εκμεταλλευόμαστε αυτό.
Από την άλλη πλευρά, όταν ακολουθούμε κατά γράμμα και ποντάρουμε αναλόγως: 3/10 , 4/10, 2/10 , 7/10 και γενικότερα με 10 διαφορετικά πονταρίσματα, διακρίνουμε πως υπάρχει εύρος ποντάρισματος το οποίο όσο αυξάνει μεγαλώνει και ο κίνδυνος. Ο κίνδυνος στην περίπτωση μας είναι η μείωση της κάβας μας. Για αυτόν τον λόγο, θα διατυπωθεί μία ενδεικτική (όχι υποχρεωτική) στρατηγική που συνδιάζει σε καλό βαθμό τα παράπανω.
Για να μην γεμίζουμε λόγια όμως , θα χρησιμοποιηθεί παράδειγμα με τον επονομαζόμενο «δάσκαλο» του Infobeto, Μανόλη Ηλιάκη, που μακροχρόνια παρουσιάζει 15,62% yield!
Όπως βλέπουμε τα τελευταία 6 πονταρίσματα σε αγώνες του «δάσκαλου» , έχουν ένα εύρος stake από 2 μέχρι 6 ενώ οι αποδόσεις ξεκινάνε από 2.10 και φτάνουν μέχρι 7.00! Όποιος ακολούθησε κατά γράμμα αυτά τα stake στο τέλος βρέθηκε χαμένος (-) κατά 1.6 μονάδες. ΜΗΝ ΞΕΧΝΑΤΕ ΟΤΙ ΤΟ Yield ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟ ΚΑΙ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΦΤΑΝΕΙ ΣΤΟ 16%.
Tί κάνουμε τώρα εμείς για να έχουμε κέρδος στην περίπτωση μας; Καταρχάς, για να μειώσουμε το εύρος χωρίζουμε τα stakes που παρουσιάζουν συχνή χρήση σε 3 βαθμίδες: την χαμηλή, την κανονική, την υψηλή που αντίστοιχα είναι 1-3/10, 4-5/10, 6-8/10 (για το 9-10/10 θα σχολιάσουμε στο τέλος). Η διαχωρισμός έγινε λαμβάνοντας υπόψιν την στατιστική εμφάνιση των πονταρισμάτων δηλαδή ένα ποντάρισμα 2/10 ή 3/10 εμφανίζεται πιο πολύ από το 4-5/10 όποτε θα τα βάλουμε σε διαφορετική βαθμίδα. Τονίζεται πως ο διαχωρισμός εξαρτάται από το προφιλ του παικτή.Η χαμηλή αντιστοιχεί σε μία μονάδα, η κανονική σε 2 μονάδες και η υψηλή σε 3 μονάδες. Αν αθροίσουμε τώρα τις μονάδες βάσει του διαχωρισμού που κάναμε βλέπουμε ότι έχουμε κέρδος 0.2 μονάδες.
Αυτό τώρα πώς προσαρμόζεται στην κάβα μας; Το ποντάρισμα μας θα κυμαίνεται βάσει του παραπάνω διαχωρισμού και θα περιορίζεται στο 5% της κάβας μας. Επίσης να επαναλάβουμε πως το μοίρασμα γίνεται σε σχέση με τί τύπου επενδυτή είμαστε δηλαδή κατά πόσο αποστρεφόμαστε τον κίνδυνο. Συνεπώς, το υψηλό αντιστοιχεί στο 50 ευρώ και αντίστοιχα έχουμε 15 ευρω και 35 ευρω. Το 35ευρω αποτελεί το3.5% του κεφαλαίου και όχι το 2.5% και η επιλογή του έγινε για να δώσουμε μια ανοδική τάση στο κέρδος μας αφού αυτήν την «κλάση» την έχουμε περιορίσει και η χρήση της είναι λογική και όχι ακραία.
Το 9-10/10 το άφησα για το τέλος. Όπως καταλαβαίνετε ένα τέτοιο ποντάρισμα είναι ΜAXBET και εξαρτάται κατά πόσο εμπιστεύομαστε την πηγή μας. Πάντως, και εκεί μπορούμε να το «σπάσουμε» σε 3 βαθμίδες αλλά προσωπική συμβουλή να έχουμε ως ανώτατο όριο το 10% της κάβας, δηλάδη 5% - 7,5%-10%. Βέβαια, αν είμαστε πιο αμυντικοί (risk haters) μπορούμε πάρουμε το 5% ή να το «σπάσουμε» στις 3 προαναφερθείς κατηγορίες προσθέτοντας ακόμα μία. Όπως γίνεται αντιληπτό σημαντικό ρόλο διαδραματίζει και η προσωπικότητα του παίκτη για το πώς θα πράξει, που συν τοις άλλοις αυτός δεν θα πρέπει να επηρεάζεται από τρίτους αλλά να αφοσιώνεται πάνω στο πλάνο που ίδιος έχει φτιάξει και ακολουθεί. Έξτρα συμβουλή: δεν ποντάρουμε στεναχωρημένοι, πιεσμένοι, θυμωμένοι, μεθυσμένοι. Γενικά πρέπει να είμαστε ξεκούραστοι και με καθαρό μυαλό. Επίσης θα πρέπει να θέσουμε ένα stop-loss την ημέρα δηλαδή πόσα είμαστε διατεθειμένοι να χάσουμε. Ποιό είναι αυτό; ΕΞΑΡΤΑΤΑΙ από έμας.
Όπως καταλαβαίνεται, γίνεται ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ αναφορά σε ένα πλάνο από τα πολλά που μπορούν να σχεδιαστούν. Ο λόγος που αναφέρθηκε είναι για να γίνει αντιληπτό τί εστί bankroll management πέραν του απλού ορισμού του, και να δείξει την σημαντικότητα αυτού και της σημαντικής συμβολής σε αυτό της προσωπικότητας του παίκτη-επενδυτή. Ο καθένας μπορεί να δημιουργήσει το δικό του προσαρμόζοντας το στις στοιχηματικές του επιτυχίες. Μην ξεχνάτε πως η ορθή διαχείριση είναι το κλειδί του μακροχρόνιου κέρδους.